Ιστορικές Προκλήσεις για την Ελλάδα: Ευκαιρίες ή Κίνδυνοι; (με τον Δημήτρη Α. Ιωάννου)

Άρθρα Κωνσταντίνος Γάτσιος

Λήψη

Μόνο ένας λαός που αντιλαμβάνεται ότι η επιβίωση και η ευημερία του εξαρτώνται από την αποφασιστικότητά του, την αυτενέργειά του και την πνευματική του διαύγεια, μπορεί να μετατρέψει τις προκλήσεις της Ιστορίας σε ευκαιρίες αντί σε κινδύνους

Στη ζωή, οι ευκαιρίες συχνά παρουσιάζονται με τη μορφή προκλήσεων. Ποτέ, πάντως, με τη μορφή ουρανόπεμπτων δώρων. Τυχερός είναι αυτός που αποδεικνύει την ικανότητα και την αξία του, ανταποκρινόμενος με επιτυχία στις προκλήσεις που συναντά. Όχι εκείνος που τον «ευνοούν τα άστρα».

Στα τέλη της δεκαετίας του ’80, οι γεωπολιτικές εξελίξεις στην περιοχή μας κατέστησαν εξαιρετικά ευνοϊκές για την Ελλάδα. Η «πτώση των τειχών» επανασύνδεσε τη χώρα μας με τα Βαλκάνια και τον Εύξεινο Πόντο, έναν ιστορικά πολύ οικείο σε μας χώρο από τον οποίο ο Ψυχρός Πόλεμος μας είχε βίαια αποκόψει. Εν τούτοις, την ευκαιρία που μας δόθηκε δεν την αξιοποιήσαμε. Σήμερα, μια νέα ιστορική φάση ανοίγει. Τη στιγμή που στη γειτονιά μας δημιουργούνται και συσσωρεύονται μείζονες κίνδυνοι και απειλές, «παραδοσιακοί σύμμαχοι» του δυτικού κόσμου εισέρχονται σε τροχιές ασαφούς κατεύθυνσης και ασταθούς ισορροπίας, οι οποίες μειώνουν τη γεωστρατηγική τους χρησιμότητα για τη Δύση, αναβαθμίζοντας ταυτόχρονα το «ειδικό βάρος» τής χώρας μας ως προμαχώνα γεωπολιτικής σταθερότητας και δημοκρατίας.

Εσωτερικεύοντας ως κοινωνία την ιδεολογία του «αναξιοπαθούντος ορφανού» που πρέπει να τυγχάνει προστασίας και βοήθειας, αυτοπαγιδευτήκαμε για δεκαετίες στην κοινωνική αδράνεια και την παθητικότητα της αναμονής λύσεων «έξωθεν και άνωθεν»

Πώς, όμως, θα μπορέσει η Ελλάδα να αξιοποιήσει προς όφελός της τις ευκαιρίες που της προσφέρει η ιστορική συγκυρία; Στο ερώτημα αυτό η μεταπολεμική εμπειρία είναι ιδιαίτερα χρήσιμη, γιατί μας δείχνει τι πρέπει να αποφύγουμε. Το κυρίαρχο χαρακτηριστικό στη συγκεκριμένη περίοδο ήταν η παντοειδής προσπάθεια των ελληνικών κυβερνήσεων να προβάλλουν και να εκμεταλλευθούν το γεγονός ότι το «συνοριακό οχυρό Ελλάδα» ήταν, ταυτοχρόνως, μία οικονομικά ευάλωτη και κοινωνικά ασταθής χώρα, την οποία οι Σύμμαχοι όφειλαν να ενισχύουν και να υποστηρίζουν ποικιλοτρόπως. Το αποτέλεσμα αυτής της αντίληψης για τον τρόπο ένταξής μας στο σύστημα διεθνών σχέσεων υπήρξε διττά αρνητικό. Αφ’ ενός διότι, όντας πράγματι ευάλωτοι και ασταθείς, δεν καταφέραμε ποτέ να καταστούμε αξιόπιστοι εταίροι των συμμάχων μας, ώστε να μετατρέψουμε τη γεωγραφική μας επικαιρότητα σε ουσιαστική γεωπολιτική και γεωοικονομική υπεραξία. Αφ’ ετέρου διότι –πράγμα που είναι και το χειρότερο– εσωτερικεύσαμε και εμείς οι ίδιοι ως κοινωνία την ιδεολογία του «αναξιοπαθούντος ορφανού» που πρέπει να τυγχάνει προστασίας και βοήθειας, αυτοπαγιδευόμενοι έτσι για δεκαετίες στην κοινωνική αδράνεια και την παθητικότητα της αναμονής λύσεων «έξωθεν και άνωθεν».

Η σημερινή κρίση είναι προϊόν της αφελούς πίστης ότι θα μπορούσαμε ακόπως να ευημερήσουμε λαμπρά, μόνο και μόνο διότι ενταχθήκαμε στην ευρύτερη «ευρωπαϊκή οικογένεια»

Το νοσηρό αυτό χαρακτηριστικό μας το πληρώσαμε, βεβαίως, πολύ ακριβά: η σημερινή κρίση δεν είναι τίποτε περισσότερο από προϊόν της αφελούς πίστης ότι θα μπορούσαμε ακόπως να ευημερήσουμε λαμπρά, μόνο και μόνο διότι μας έγινε η τιμή να ενταχθούμε αρχικά στην ευρύτερη «ευρωπαϊκή οικογένεια», στη δε συνέχεια στο «σκληρό πυρήνα» της, δηλαδή στη νομισματική ένωση! Αποδείχθηκε όμως, για άλλη μία φορά, ότι τα ξυλάρμενα καράβια πάντοτε στα βράχια καταλήγουν.

Οι σημερινές γεωπολιτικές προκλήσεις συνιστούν μια μεγάλη ευκαιρία ανάδειξης της Ελλάδας σε περιφερειακό πρωταγωνιστή, απαραίτητο πυλώνα της γεωπολιτικής και οικονομικής σταθερότητας του αναπτυγμένου κόσμου για πολλές δεκαετίες. Αυτό, όμως, θα απαιτούσε μία στιβαρή στο εσωτερικό και με αυτοπεποίθηση στο εξωτερικό ελληνική κοινωνία, η οποία θα χαρακτηριζόταν από αυτοσυνείδηση όσον αφορά τα όρια και τις δυνατότητές της και από διαυγή σκέψη όσον αφορά τη φύση των προβλημάτων που την ταλανίζουν. Αλλά, δυστυχώς, επειδή βρισκόμαστε στον αντίποδα μιας τέτοιας κατάστασης, οι προκλήσεις που αντιμετωπίζουμε γίνονται αντιληπτές πολύ περισσότερο ως κίνδυνοι παρά ως ευκαιρίες. Η οικονομική δυσπραγία οδηγεί την κοινωνία μας προς την αποσύνθεση, διότι συνεχίζει να κυριαρχεί εκείνη η ίδια εμπεδωμένη ιδεολογία παθητικής ετερονομίας που μας οδήγησε στην κρίση.

Το «αφελές» ερώτημα τι ακριβώς διεκδικούμε εδώ και έξι έτη με τους αταλάντευτους αντιμνημονιακούς μας αγώνες, δεν έχει απαντηθεί ποτέ!

Εκείνο το οποίο δε γίνεται αντιληπτό είναι ότι όση βοήθεια μπορούσε να εκμαιεύσει η Ελλάδα από τους εταίρους της για την αντιμετώπιση της κρίσης, την έχει ήδη εκμαιεύσει. Οι εταίροι δεν είναι ούτε υπεύθυνοι της δυσπραγίας τού ελληνικού λαού, αλλά ούτε και οι εν δυνάμει σωτήρες του –πολλώ δε μάλλον από τούδε και στο εξής. Καμία διαπραγμάτευση δεν μπορεί να κάνει πλουσιότερη την ελληνική κοινωνία και καμία διαπραγμάτευση δεν μπορεί να της χαρίσει αναπτυξιακή προοπτική. Όπως τα προβλήματα, έτσι και οι λύσεις τους βρίσκονται στο εσωτερικό της. Το «αφελές» ερώτημα τι ακριβώς διεκδικούμε εδώ και έξι έτη με τους αταλάντευτους αντιμνημονιακούς μας αγώνες, δεν έχει απαντηθεί ποτέ! Διεκδικούμε, μήπως, να μας πληρώνουν οι εταίροι μισθούς και συντάξεις; Να μας δανείζουν κάθε χρόνο όσα νομίζουμε ότι μας χρειάζονται και τον επόμενο χρόνο να διαγράφουν το χρέος προκειμένου να μας ξαναδανείσουν; Φταίνε οι ξένοι για το γεγονός ότι τη στιγμή που στα νοσοκομεία δεν υπάρχουν ούτε τα στοιχειώδη, εμείς συνεχίζουμε να υπεραμυνόμαστε των κατακτήσεων του πελατειακού κράτους και του κάθε είδους φαυλόβιου παρασιτισμού; Είναι έκφραση εθνικής υπερηφάνειας και ανεξαρτησίας το γεγονός ότι την ίδια στιγμή που δαιμονολογούμε ανελέητα εις βάρος των εταίρων, εκλιπαρούμε για την εκταμίευση και του τελευταίου λεπτού από τα ΕΣΠΑ (δηλαδή του 3% περίπου του ΑΕΠ που καταναλώνουμε) προκειμένου να συνεχισθεί η λειτουργία στοιχειωδών μονάδων κοινωνικής πολιτικής, όπως οι βρεφονηπιακοί και οι παιδικοί σταθμοί; Για την παραλυσία και τη διαφθορά της ελληνικής κοινωνίας που την έφερε εκεί που βρίσκεται σήμερα, φταίνε μήπως κάποιοι Υπερβόρειοι που δεν μας συμπαθούν;

Καμία διαπραγμάτευση δεν μπορεί να κάνει πλουσιότερη την ελληνική κοινωνία και καμία διαπραγμάτευση δεν μπορεί να της χαρίσει αναπτυξιακή προοπτική. Όπως τα προβλήματα, έτσι και οι λύσεις τους βρίσκονται στο εσωτερικό της

Η έξοδος της οικονομίας από την κρίση, η γεωπολιτική αλλά και ηθική αναβάθμιση της χώρας, η αμυντική της θωράκιση απέναντι σε διαχρονικές, αλλά και σε νέες (υβριδικές) απειλές, είναι όλα συναρτήσεις ενός και του αυτού ερωτήματος: θα καταφέρει η κοινωνία μας να αφυπνισθεί, να ενηλικιωθεί και να αποκτήσει συνείδηση της πραγματικότητας εντός της οποίας διαβιοί; Θα καταφέρει, δηλαδή, να αποκτήσει αυτοσυνείδηση και ιστορική αυτονομία, αντί να θεωρεί ότι παθητικά προσκολλούμενη ή ενεργητικά οχλούσα τους διάφορους κατά καιρούς εταίρους της θα βρει λύση στα προβλήματά της;

Μόνο μια κοινωνία, ένας λαός, ένα έθνος που αντιλαμβάνεται ότι η επιβίωση και η ευημερία του εξαρτώνται από την αποφασιστικότητά του, την αυτενέργειά του και την πνευματική του διαύγεια, μπορεί να μετατρέψει τις προκλήσεις της Ιστορίας σε ευκαιρίες αντί σε κινδύνους. Αυτό είναι το πεδίο ιδεών και πολιτικής στο οποίο θα πρέπει να στρέψουμε όλη μας την ενέργεια, γιατί αυτό είναι το πεδίο στο οποίο θα κριθεί το μέλλον της χώρας.

Σχετικές αναρτήσεις

5 Σχόλια

  1. npo

    Αν ένα 60% του πληθυσμού ενστερνιζόταν αυτή την οπτική το μέλλον θα ήταν φωτεινό.

    Άρθρα σαν κι αυτό βοηθάνε, αλλά είναι δύσκολο να κάνεις κάποιον να σηκώσει με μαχητικότητα το κεφάλι ψηλά όταν επί δεκαετίες τον έχεις «τσακίσει» κάνοντάς τον να νοιώθει άχρηστος, εξαρτημένος και φοβισμένος.

    Φοβάμαι λοιπόν πως με τόσο γερασμένο πληθυσμό, τόσο πληθυσμό που επι δεκαετίες έμαθε να ζει εξαρτημένος απο το πελατειακό κράτος τα άρθρα λογικής σαν κι αυτό βοηθούν μόνο λίγο, χρειάζεται και κάποιος χαρισματικός να απευθυνθεί στο συναίσθημα και να εμπνεύσει.

    Αν έχω δίκιο, το μέλλον της Ελλάδας παίζεται δυστυχώς στα ζάρια..

    Εύγε πάντως, και στον κο Ιωάννου και στον κο Γάτσιο για την πολυετή και ασταμάτητη προσπάθειά σας να συμβάλετε στην αναγκαία ανάταση.

    Απάντηση
  2. policymaker

    Συγχαρητήρια για το άρθρο, όντας φοιτητής σας στο Οικονομικών Επιστημών νιώθω τυχερός που κατάφερα να έχω μέσα από το λόγο σας καθώς και από άλλα σύγχρονα αναγνώσματα ακαδημαϊκών και ανθρώπων της αγοράς, ερμηνείες της κρίσης της οποίας από μικρό παιδί προσπαθούσα να «επινοήσω» αλλά δεν έβρισκα τα λόγια και την ορολογία.

    Παρότι το τμήμα Μας δεν ήταν αυτό που τελικά με εκφράζει στο 100%, αισθάνομαι ευγνώμων για τους ορίζοντες που άπλωσε μπροστά μου.

    Απάντηση
  3. konstantine gatsios

    Σε απάντηση στο policymaker.

    Σε ευχαριστώ πολύ για τα καλά σου λόγια. Δεν υπάρχει, σε βεβαιώνω, μεγαλύτερη χαρά και ικανοποίηση για ένα δάσκαλο από την αναγνώριση των μαθητών του.

    Απάντηση
  4. konstantine gatsios

    Σε απάντηση στο npo.

    Σας ευχαριστώ θερμά και εκ μέρους του κου Ιωάννου για το σχόλιο και τα καλά σας λόγια.

    Έχετε δίκαιο: όταν ένας λαός χάσει την την αυτοεκτίμησή του, είναι αδύνατον να αγωνιστεί για ο,τιδήποτε, πόσο μάλλον να ανταποκριθεί με επιτυχία στις μεγάλες προκλήσεις που σήμερα αντιμετωπίζουμε, μετατρέποντάς τες σε ευκαιρίες.

    Γι’ αυτό, θα πρέπει να κάνουμε ό,τι χρειάζεται για να μην κατευθυνθούν οι πολίτες προς την παραίτηση, το θάνατο. Όχι λέγοντάς τους πράγματα ευχάριστα μεν ανέφικτα δε, οδηγώντας τους από την μία ήττα στην άλλη, από την μία απογοήτευση στην άλλη, διαμορφώνοντας έτσι στο λαό μας μια ψυχολογία του διαρκώς ηττημένου (που, εν συνεχεία, οδηγεί στην έλλειψη αυτοεκτίμησης και την παραίτηση), αλλά λέγοντάς τους την αλήθεια, βοηθώντας τους να αποκτήσουν την αναγκαία αυτογνωσία τού «γιατί φτάσαμε» και τού «πώς θα βγούμε» από τη δεινή θέση στην οποία έχουμε περιέλθει με δική μας κυρίως ευθύνη. Χωρίς αλήθεια και χωρίς αυτογνωσία, σωτηρία δεν υπάρχει. Αντίθετα, η αλήθεια και η αυτογνωσία εμπεριέχουν μια μεγάλη δύναμη, που μπορεί να συναρπάσει έναν λαό, ένα έθνος, εμπνέοντάς τον και οδηγώντας τον να κάνει σπουδαία πράγματα.

    Για να γίνει, όμως, αυτό πρέπει πολλοί να «βάλουν πλάτη». Να αναλάβουμε ο καθένας και η καθεμία μας την ευθύνη που μας αντιστοιχεί. Δεν πρέπει να επιτρέψουμε στο «πελατειακό κράτος» που, εξ ανάγκης, πνέει τα λοίσθια να παίξει τη χώρα μας στα ζάρια.

    Απάντηση
  5. npo

    Σε απάντηση στο konstantine gatsios.

    Σας ευχαριστώ πολύ για την απάντηση κε Γάτσιε.

    Συμφωνώ φυσικά, αλλά θα ήθελα να προσθέσω δύο – τρεις σκέψεις.
    Αναγκαία προϋπόθεση είναι να ηγηθούν άνθρωποι που να αγαπάνε αυτό τον λαό με τα καλά του και τα (πολλά) στραβά του.

    Όταν ήμουν παιδί θυμάμαι την δεκαετία του ’80 τον κόσμο να αδειάζει τα τασάκια των αυτοκινήτων του στο δρόμο. Να οδηγάει σαν «εγωιστικό τέρας», περίπου όπως οδηγάνε σήμερα οι άνθρωποι στην Αίγυπτο. Κι όμως, ως προς αυτά οι Έλληνες έχουν βελτιωθεί ΠΑΡΑ ΠΟΛΥ. Όπως μπορούν όλοι οι λαοί. Λίγη έμπνευση χρειάζεται, λίγα κίνητρα και λίγη αγάπη.

    Γι αυτό και μεταρρυθμίσεις (σωστές) που προτείνονται απο ανθρώπους που θεωρούν αυτό το λαό σαν βλάκα, απαίσιο, βλάχο και θέλουν μέσω ενός αδιάκοπου αυτομαστιγώματος να τον κάνουν «Ευρωπαίο» (ό,τι κι αν σημαίνει αυτό στα μυαλά τους) μου αφήνουν ένα αίσθημα τρόμου. Βλέπω τον απλό Έλληνα να έχει πιαστεί ανάμεσα στην σφύρα των μαστιγωτών «φιλοευρωπαϊστών» και στον άκμονα των λαϊκιστών «αντι-ευρωπαϊστών» και να συνθλίβεται κάθε μέρα που περνάει.

    Κάποιος πρέπει να τολμήσει να σταθεί στη μέση και να δώσει αυτή την μάχη. Προσωπικά είμαι διατεθειμένος να βοηθήσω όσο μπορώ μια τέτοια προσπάθεια.

    Απάντηση

Απαντήστε

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.