Ως ένας από τους υποψηφίους για την προεδρία του Κινήματος Αλλαγής, είχατε το δικαίωμα επιλογής για το που θα πολιτευτείτε. Πέρα από την καταγωγή σας από την περιοχή και τους δεσμούς με ανθρώπους, τι ήταν αυτό που μέτρησε στην απόφασή σας να διεκδικήσετε την εκλογή σας ως βουλευτής εδώ και όχι στην Αθήνα, όπου είναι η οικογενειακή και επαγγελματική σας βάση;
Η βάση μου ήταν πάντα τα Γιάννινα. Εγώ και η οικογένειά μου είμαστε ανέκαθεν δημότες Ζίτσας. Εκεί είχαμε και έχουμε τα εκλογικά μας δικαιώματα, εκεί την οικογενειακή μας μερίδα. Η εφηβεία μου συνδέθηκε με τη Ζωσιμαία (και τον ΠΑΣ Γιάννινα). Η ζωή μπορεί να με οδήγησε ως φοιτητή και ακολούθως ως καθηγητή στη Μινεάπολη των ΗΠΑ και το Καίμπριτζ σης Αγγλίας, τελικά δε στο Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών, την πρώην ΑΣΟΕΕ, όπου διετέλεσα και Πρύτανης από το 2011 ως το 2015. Αυτό, όμως, δεν με εμπόδισε, για παράδειγμα, να «στήσω» στα πόδια του το Οικονομικό Τμήμα τού Πανεπιστημίου Ιωαννίνων το 1997-1998, όταν μου ζητήθηκε να το πράξω. Γιατί τα Γιάννινα είναι ο τόπος μου.
Προσπαθώ με όλα αυτά να σας πω κάτι απλό: με εμπνέει να είμαι όχι απλώς βουλευτής, αλλά Ηπειρώτης βουλευτής!
Κατά κοινή ομολογία, το ΚΙΝ.ΑΛ. έχει ένα ισχυρό ψηφοδέλτιο στα Γιάννενα. Θα βρεθείτε «αντιμέτωπος» με έναν πρώην βουλευτή, δύο νυν αντιδημάρχους και έναν πρώην, αλλά και με στελέχη με διαδρομή στο κόμμα. Πριν έναν χρόνο μπήκατε στη μάχη για την προεδρία του ΚΙΝ.ΑΛ. και πάλι ως αουτσάιντερ. Σας αρέσουν τα δύσκολα ή η εκλογή δεν είναι και τώρα αυτοσκοπός;
Κατ’ αρχάς δε θεωρώ ότι είμαι «αντιμέτωπος» με τους συνυποψήφιούς μου, αλλά συμμαχητής. Να προσθέσω ότι πρόκειται για άξιους συνυποψήφιους, όπως άξιοι είναι και όσοι εκδήλωσαν την επιθυμία τους να συνεισφέρουν, αλλά δεν κατέστη δυνατόν να συμπεριληφθούν στο ψηφοδέλτιο. Μακάρι να υπήρχαν περισσότερες θέσεις. Είμαστε όλοι μαζί σε αυτήν την προσπάθεια.
Αναφορικά με τις δύο υποψηφιότητές, προέδρου και βουλευτή, που αναφέρεστε, αυτές έχουν ένα βασικό κοινό στοιχείο: θεωρώ ότι η ανασυγκρότηση της παράταξής μας συνιστά αποφασιστικής σημασίας ζήτημα για την ανόρθωση της χώρας και επιθυμώ να συνεισφέρω σε αυτήν με όλες μου τις δυνάμεις.
Έχουν, όμως, και μία διαφορά. Η υποψηφιότητά μου ως προέδρου είχε κυρίως ως σκοπό, όπως πολλές φορές έχω πει, να λεχθούν αυτά που δεν ελέγοντο από κανέναν και τα οποία, κατά τη γνώμη μου, ήταν αναγκαία για την αναγέννηση της παράταξής μας και, κυρίως, για την ανόρθωση της χώρας. Από την άλλη, με την υποψηφιότητά μου ως βουλευτή φιλοδοξώ να εκπροσωπήσω τον τόπο μου κερδίζοντας την εμπιστοσύνη των συμπατριωτών μου. Ζητώ να με τιμήσουν με την ψήφο τους. Θα τους τιμήσω με τον αγώνα και με την πράξη μου.
Φαίνεται πως, παρά τη βούληση της κυβέρνησης να εξαντλήσει τη θητεία της, έχουμε μπει σε αντίστροφη μέτρηση για εκλογές, λόγω των εξελίξεων με τη «Συμφωνία των Πρεσπών». Ποια είναι η εκτίμησή σας για τις εξελίξεις των τελευταίων ημερών και τον χρόνο των εκλογών;
Πιστεύω ότι η κυβέρνηση, μετά και τη λήψη τής ψήφου εμπιστοσύνης, επιθυμεί και προτίθεται να εξαντλήσει την τετραετία μέχρι την τελευταία στιγμή. Είναι, βέβαια, δύσκολο να το πετύχει γατί η οικονομία βρίσκεται σε τραγική κατάσταση. Δεν είναι καθόλου απίθανο να εμφανιστούν σοβαρά προβλήματα στην οικονομία, ορατά σε όλους, πολύ πριν τον προσεχή Σεπτέμβριο. Σε αυτή την περίπτωση πιστεύω ότι ο κύριος Τσίπρας θα προσπαθήσει να εγκαταλείψει το βυθιζόμενο σκάφος με την ελπίδα να καταφέρει ναι παραδώσει την εξουσία στην επόμενη κυβέρνηση, πριν τα προβλήματα αποκαλυφθούν στις πλήρεις διαστάσεις τους. Άλλωστε, αυτή είναι η πολιτική Τσίπρα τα τελευταία δύο χρόνια: λεηλατεί την οικονομία σαν να μην υπάρχει αύριο και επιχειρεί να εξαγοράσει ψήφους και ανοχή από την ελληνική κοινωνία παραπλανώντας την, με την ελπίδα ότι τα προβλήματα που δημιουργεί θα εκδηλωθούν σωρευτικά στην θητεία της επόμενης κυβέρνησης, ώστε αυτός να μπορεί να την κατηγορεί, με την αχαλίνωτη δημαγωγία που τον χαρακτηρίζει, ως βασική υπεύθυνη για τα προβλήματα που ο ίδιος έχει δημιουργήσει με την ανεύθυνη και ασυνείδητη πολιτική του.
Οι δημοσκοπήσεις δείχνουν πως το ΚΙΝ.ΑΛ. δεν μπορεί να καρπωθεί τη δυσαρέσκεια που υπάρχει για τον ΣΥΡΙΖΑ και υπάρχει μία απευθείας μετακίνηση στη δεξαμενή της Νέας Δημοκρατίας. Μπορεί το ΚΙΝ.ΑΛ. ως διάδοχος του ΠΑΣΟΚ και άλλων κομμάτων του ίδιου χώρου να αποτελέσει και πάλι κεντρικό πυλώνα του πολιτικού συστήματος;
Η εικόνα που έχω από τις επαφές μου με τους συμπολίτες και συμπατριώτες μας δεν είναι αυτή που περιγράφετε περί «μετακινήσεων». Αντιθέτως, διαπιστώνω ότι πολλοί πολίτες που ιστορικά ανήκουν στην παράταξή μας και που για γνωστούς λόγους απομακρύνθηκαν από αυτήν και εμπιστεύτηκαν τον κύριο Τσίπρα, επανακάμπτουν. Επανακάμπτουν, όμως, με αξιώσεις και απαιτήσεις για μια νέα πορεία. Οφείλουμε να ανταποκριθούμε.
Γιατί η ανάδειξη του πολιτικού εκφραστή της δημοκρατικής παράταξης ή, ισοδύναμα, η ανάδειξη της δημιουργικής και παραγωγικής Ελλάδας, του κόσμου της εργασίας, της παραγωγής και της δημιουργίας, ως κεντρικού πυλώνα του πολιτικού μας συστήματος είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με την πάνδημη προσπάθεια που απαιτείται για την ανόρθωση της χώρας και την έξοδο από την κρίση.
Τη δημοκρατική παράταξη δεν μπορούν να την εκφράσουν ούτε ο κύριος Τσίπρας ούτε ο κύριος Μητσοτάκης, όσα πολιτικά φτιασίδια και αν προσπαθήσουν να φορέσουν. Γιατί οι πολιτικές μήτρες προέλευσης των παρατάξεών τους, είναι ριζικά διαφορετική από τη Βενιζελική μήτρα του πολιτικού φιλελευθερισμού και κοινωνικού ριζοσπαστισμού από την οποία προέκυψε η παράταξή μας. Είναι φορείς κάθε είδους κρατισμού. Η ΝΔ αποτελεί τον βασικό και διαχρονικό πυλώνα του πελατειακού κράτους, ενώ ο κ. Τσίπρας και η παρέα του απηλλάγη μεν από τους «δραχμιστές» προσεταιρίσθηκε δε «κρατιστές» διαφόρων χρωμάτων και παραλλαγών. Όμως ο κρατισμός δεν αποτελεί τη λύση για τη χώρα. Την κρατά πίσω, στο χτες. Είναι μια ανήμπορη άμυνα του χτες απέναντι στην επέλαση ενός ταχύτατα μεταβαλλόμενου κόσμου.
Στόχευση και φιλοδοξία μου είναι να χτίσουμε ένα καινούργιο σπίτι για τη δημοκρατική παράταξη: ένα σπίτι κοινωνικής δικαιοσύνης, οικονομικής αποτελεσματικότητας και εθνικής αξιοπρέπειας. Καλώ όλους όσους εμπνέονται από τις αρχές και την ιστορία της παράταξής μας και που είτε απομακρύνθηκαν από αυτήν είτε είναι νέοι προς αυτήν, να πυκνώσουν τις γραμμές μας και να βοηθήσουν στο κτισιμό του νέου, συλλογικού, δημοκρατικού οίκου μας.
Η προσπάθεια αυτή, το να ξαναγίνει δηλαδή η δημοκρατική παράταξη το πλειοψηφικό κόμμα στη χώρα είναι δύσκολη. Η δυσκολία όμως αυτή υποκρύπτει κάτι υγιές. Η πρόσφατη εμπειρία μας έχει δείξει ότι αυτοί που αποκτούν την πλειοψηφία με αστραπιαίους ρυθμούς, σε αυτή την περίοδο της παρατεταμένης κρίσης που βιώνουμε, είναι εκείνοι οι οποίοι υπερθεματίζουν σε ψεύδος και ξεπερνούν όλους τους άλλους σε δημαγωγία και σε υποσχέσεις που δεν πρόκειται να εκπληρωθούν. Για να παίξουμε τον ιστορικό μας ρόλο, δηλαδή για να γίνουμε η ραχοκοκαλιά του ελληνικού πολιτικού συστήματος και η εκσυγχρονιστική και μεταρρυθμιστική δύναμη που έχει ανάγκη η χώρα για να εξέλθει από τη στασιμότητα, θα πρέπει να κερδίσουμε τον κόσμο όχι με ανέφικτες υποσχέσεις, παραλογισμούς και καλλιέργεια τυφλού μίσους, αλλά με τις ορθολογικές ιδέες μας οι οποίες πρέπει να γίνουν κατανοητές. Αυτό δεν επιτυγχάνεται από τη μία στιγμή στην άλλη. Από τη μία στιγμή στην άλλη γίνονται εξουσία διάφοροι δημαγωγοί και πολιτικοί τυχοδιώκτες, οι οποίοι τάζουν όλες τις εύκολες λύσεις με τον πιο ανώδυνο τρόπο και δηλώνουν ότι θα καταργήσουν το μνημόνιο εν μία νυκτί, με ένα νόμο και ένα άρθρο ή δηλώνουν ότι γνωρίζουν άλλα «μείγματα πολιτικής» που θα φέρουν την εκρηκτική ανάπτυξη εν μέσω της κατάρρευσης της ελληνικής οικονομίας. Η παράταξή μας δεν θα είχε κανένα λόγο και κανένα σκοπό να επαναλάβει κάτι τέτοιο. Όπως έδειξε η εμπειρία τα κέρδη τής δημαγωγίας είναι βραχυπρόθεσμα και τα αποτελέσματα είναι καταστροφικά για τη χώρα. Σημασία έχει να κερδίσουμε την αποδοχή από τον ελληνικό λαό έχοντας συμφωνήσει σε πολιτικά προτάγματα που είναι εφικτά και ρεαλιστικά, δηλαδή χρήσιμα για την χώρα.
Σε σχέση και με το παραπάνω, έχουν εκφραστεί αντιδράσεις από ανθρώπους του Κινήματος για τη μη τήρηση της πολιτικής των «ίσων αποστάσεων» ανάμεσα σε κυβέρνηση και αξιωματική αντιπολίτευση, προς όφελος της δεύτερης. Ποιά είναι η δική σας θέση;
Δε γνωρίζω σε ποιες αντιδράσεις αναφέρεστε. Εκείνο που γνωρίζω είναι ότι η πολιτική γεωμετρία την οποία επικαλείστε είναι πολύ παλαιάς κοπής: εμείς είμαστε και οφείλουμε να είμαστε απέναντι τόσο στον ασυνάρτητο Σύριζα όσο και στην παλαιοκομματική ΝΔ. Εγώ θέλω και μιλάω για την πολιτική με τελείως διαφορετικό τρόπο από αυτόν. Η συζήτηση περί των παρατάξεων και περί της προσέγγισης η περί της τήρησης αποστάσεων από αυτές, θα πρέπει να γίνεται αφενός μεν προγραμματικά, αφετέρου δε συγκεκριμένα πάνω σε καθορισμένες πολιτικές προτάσεις και κοινούς στόχους.
Κοιτάξτε. Όπως όλοι, έτσι κι εγώ μεγάλωσα σε μία κοινωνία που ήταν χωρισμένη πρώτα σε αριστερούς και δεξιούς και μετά σε μπλε και πράσινα καφενεία. Και, πρόσφατα, σε αντιμνημονιακούς και μνημονιακούς, εκείνο το φριχτό «ή εμείς ή αυτοί». Αυτός ο παραταξιακός τρόπος να βλέπεις την πολιτική είναι ο παλιός τρόπος. Αυτός που στηριζόταν στην πολιτική αερολογία και στον κομματικό φανατισμό. Στην πραγματικότητα, αυτό που κρυβόταν από πίσω δεν ήταν τίποτα άλλο παρά η διαμάχη για το ποιος θα έχει τη νομή του πελατειακού κράτους. Γι’ αυτό φθάσαμε εδώ που φθάσαμε. Αυτό το πράγμα πρέπει να τελειώσει και οι πολίτες θα πρέπει να επιλέγουν αυτούς που μιλάνε στη λογική τους και όχι αυτούς που προσπαθούν να ερεθίσουν το τυφλό συναίσθημα ή, ακόμη χειρότερα, που προσπαθούν να τους δελεάσουν ικανοποιώντας τους τα βραχυπρόθεσμα και επιφανειακά συμφέροντά τους.
Τα πραγματικά συμφέροντα των πολιτών και της χώρας βρίσκονται στην επιβίωση της ελληνικής κοινωνίας μέσα από τον εκσυγχρονισμό και τη μεταρρύθμισή της και αυτό απαιτεί συγκεκριμένα προγράμματα και λύσεις και όχι τη στείρα πολιτικολογία του παρελθόντος. Για αυτό τον λόγο μπήκα κι εγώ στην πολιτική: για να πω και να κάνω κάποια πράγματα που ίσως να φαίνονται δύσκολα και απαιτητικά, αλλά είναι απαραίτητα εάν θέλουμε να πετύχουμε το στόχο μας για κοινωνική ευημερία και εθνική επιβίωση.