Η υποψηφιότητά σας για την αρχηγία του νέου πολιτικού φορέα της κεντροαριστεράς δημιούργησε κάποια έκπληξη, δεδομένου ότι δεν ήταν γνωστή προηγουμένως η ανάμειξή σας στην πολιτική.
Δεν υπάρχει καμία έκπληξη γιατί είμαι πολιτικά ενεργός από τα φοιτητικά μου χρόνια. Ούτε είναι περίεργο που αναμίχθηκα στον χώρο αυτό γιατί ανδρώθηκα και διαμορφώθηκα πολιτικά μέσα στο ΠΑΣΟΚ. Αποχώρησα, βεβαίως, για τους γνωστούς λόγους που έχω αναφέρει και αλλού: διότι δεν μπορούσα να ακολουθήσω την πορεία τού εναγκαλισμού με το πελατειακό κράτος και με τα συμφέροντα του παρασιτισμού που, δυστυχώς, από μία στιγμή και μετά, έγιναν η κεντρική πολιτική του ΠΑΣΟΚ. Παρέμεινα, πάντως, ενεργός στο δημόσιο διάλογο. Όλες οι παρεμβάσεις μου υπάρχουν στην ιστοσελίδα μου, www.gatsiosblog.gr.
Και πάλι, όμως, η ενεργοποίησή σας στο χώρο αυτό δημιουργεί ερωτηματικά διότι το στίγμα που είχατε δώσει με τα άρθρα σας και τις ομιλίες σας ήταν περισσότερο φιλελεύθερο. Πολλοί μάλιστα σπεύδουν να σας χαρακτηρίσουν ως τον πλέον «δεξιό» μεταξύ των υποψηφίων για την προεδρία του νέου φορέα.
Θα επαναλάβω και σε σας πράγματα που είπα και αλλού. Ποιος είναι άραγε ο «αριστερός»; Αυτός που υπόσχεται πράγματα που δεν μπορεί ποτέ να υλοποιήσει και που, όταν έρχεται στην εξουσία, ζητά συγγνώμη γιατί «οι συνθήκες είναι διαφορετικές» και εφαρμόζει μια πολιτική εντελώς αντίθετη από εκείνη που επαγγέλλονταν όταν ήταν στην αντιπολίτευση; Αυτό συμβαίνει με όλους όσους δηλώνουν «αριστεροί». Εγώ δεν δηλώνω ούτε «αριστερός», ούτε «δεξιός». Δηλώνω κεντρώος, εάν θα πρέπει κάτι να δηλώσω.
Πρέπει, όμως, να προσθέσω ότι αυτή η ανακολουθία μεταξύ της πλειοδοσίας των προεκλογικών επαγγελιών με τις πεζές κυβερνητικές πράξεις που ακολουθούν, δεν είναι κάτι ανώδυνο. Δεν είναι ένα παιχνιδάκι. Ο λαός πρέπει να ξέρει την αλήθεια. Γιατί όταν μια κυβέρνηση ξεκινά τη θητεία της έχοντας δημιουργήσει την πεποίθηση στους πολίτες ότι θα εφαρμόσει μία Α πολιτική και εφαρμόζει ακριβώς την αντίθετη, τότε αυτή η πολιτική, καθώς δεν έχει την απαιτούμενη κοινωνική νομιμοποίηση, είναι καταδικασμένη σε αποτυχία. Σήμερα, στην Ελλάδα, είναι πολύ συγκεκριμένα τα πράγματα που μπορούμε να κάνουμε για να ξεπεράσουμε την κρίση. Δυστυχώς, όμως, αντί να το παραδεχτούμε και να δούμε την πραγματικότητα κατάματα, ανταγωνιζόμαστε στο ποιός θα κάνει τις πιο ανέξοδες και ανεδαφικές εξαγγελίες, για να τον χρίσουμε «αριστερό».
Εγώ θέλω να μιλήσω με έναν άλλο λόγο και αυτό το νόημα έχει η συμμετοχή μου. Θέλω να μιλήσω με ένα διαφορετικό τρόπο ο οποίος πιστεύω ότι τελικά, αργά ή γρήγορα, θα επικρατήσει και θα γίνει κοινός τόπος: ο τρόπος αυτός είναι να μιλάς την γλώσσα της αλήθειας και του πραγματισμού. Με αυτή την έννοια αρνούμαι κατηγορηματικά το χαρακτηρισμό του «δεξιού» και τον ανταποδίδω σε αυτούς που μου τον καταλογίζουν. Γιατί η πολιτική απατεωνία και ο κατσαπλιαδισμός που έχει οδηγήσει την πατρίδα μας στην καταστροφή, η δημαγωγία τού να υπόσχεσαι πράγματα τα οποία γνωρίζεις εν πλήρει συνειδήσει ότι δεν είναι υλοποιήσιμα και που δεν πρόκειται ποτέ να εφαρμόσεις αν έρθεις στην εξουσία μόνο και μόνο για να υφαρπάξεις τις ψήφους των πολιτών, έχει ντυθεί ανά εποχές διάφορες προβιές: και του εθνικόφρονα και του δεξιού και του κεντρώου και του αριστερού. Πολλοί απ’ όσους μου αποδίδουν το χαρακτηρισμό του «δεξιού», θα πρέπει να αναγνωρίζουν τον εαυτό τους σε αυτό. Πιστεύω, όμως, ότι η κοινωνία έχει φτάσει σε ένα βαθμό ωριμότητας που μπορεί να ξεχωρίσει πλέον το αληθινό από το ψεύτικο και είναι σε θέση να μην παρασύρεται από τις ταμπέλες περί «δεξιών», «αριστερών» και τα λοιπά.
Χωρίς να θέλω καθόλου να μειώσω την αξία της υποψηφιότητάς σας, επισημαίνω ότι έχετε ένα βασικό μειονέκτημα: είστε άγνωστος στον πολύ κόσμο και σας γνωρίζουμε μόνο λίγοι άνθρωποι ενός συγκεκριμένου χώρου που έχουν παρακολουθήσει τις ομιλίες σας και τα γραπτά σας.
Είναι όπως τα λέτε. Αυτό, πράγματι, είναι το μεγάλο μειονέκτημα της υποψηφιότητάς μου, το οποίο βέβαια θα προσπαθήσω να υπερκαλύψω στον ένα μήνα που απομένει μέχρι τις εκλογές. Φυσικά, είχα πλήρη συνείδηση για αυτό όταν αποφάσισα να ξεκινήσω, πλην όμως δεν μπορούσα να σιωπήσω. Η κάθοδός μου στην πολιτική είναι οριστική. Πιστεύω ότι οι απόψεις που εκφράζω και αντιπροσωπεύω θα δικαιωθούν και θα γίνουν αποδεκτές γιατί είναι οι μόνες που ανταποκρίνονται στην πραγματικότητα και στις απαιτήσεις της. Έχω δεσμευθεί να ακολουθώ και να προβάλλω μία νέου τύπου πολιτική, που είναι απαραίτητη για την χώρα. Η πολιτική αυτή δεν υπεκφεύγει μπροστά στα προβλήματα, και νομίζω ότι αργά ή γρήγορα θα επικρατήσει και θα γίνει αποδεκτή. Εύχομαι βέβαια αυτό να γίνει νωρίτερα παρά αργότερα, χωρίς καθυστέρηση.
Πιστεύετε ότι αυτό ακριβώς το γεγονός, δηλαδή το ότι δεν είστε γνωστός στο ευρύ κοινό, είναι και ο λόγος για τον οποίον τα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης δεν προβάλλουν τις απόψεις σας και δεν δημοσιοποιούν ό,τι έχει σχέση με την υποψηφιότητά σας;
Θα σας απαντήσω ευθέως. Πιστεύω ότι τα Μέσα Ενημέρωσης, και ειδικά τα πιο μεγάλα από αυτά, τέκνα και αυλές της παλαιοκομματικής γραφειοκρατίας, τα οποία είναι συνδεδεμένα και με ορισμένα οικονομικά συμφέροντα, μπορεί να έχουν ήδη επιλέξει ποιος είναι ο εκλεκτός τους και ποιον θα ήθελαν να δουν επικεφαλής του νέου σχήματος. Φυσικό επόμενο, να υποβαθμίζουν την υποψηφιότητά μου ή και να την αποκλείουν. Βέβαια αυτό είναι η μία πλευρά μόνο της υπόθεσης. Θα πρέπει επίσης να λάβουμε υπόψη μας ότι, τόσο από πολιτική όσο και από ιδεολογική άποψη, τα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης και ο παλιός πολιτευτικός κόσμος ουσιαστικά ταυτίζονται. Βλέπουν τον κόσμο με τα ίδια μάτια. Άλλωστε μαζί διαμόρφωσαν τη σημερινή κατάσταση. Οπότε είναι φυσικό οι απόψεις κάποιου «ξένου» προς το σύστημα, όπως είμαι εγώ, αφενός μεν να μην είναι αρεστές, αφετέρου δε να φαίνονται και περίεργες ή αιρετικές. Αυτό, βέβαια, δεν είναι δικαιολογία για κανέναν. Θα πρέπει να πολεμήσουμε για να ακουστούν οι απόψεις τής νέας πραγματικότητας και πιστεύω ότι στο τέλος θα καταφέρουμε να τις φέρουμε στο προσκήνιο, ώστε να συζητηθούν και να γίνουν κτήμα της κοινής γνώμης.
Πιστεύετε ότι ο νέος πολιτικός φορέας θα πρέπει να είναι ένας συνασπισμός κομμάτων ή ένα εντελώς καινούργιο κόμμα.
Γύρω από αυτό το θέμα δεν πρέπει να γίνεται καν συζήτηση. Δεν υπάρχουν πουθενά στον κόσμο κόμματα που αποτελούνται από άλλα κόμματα. Η δημιουργία ενός εντελώς νέου φορέα είναι απολύτως απαραίτητη και αυτό για δύο λόγους. Πρώτον, γιατί αν ήταν μία συγκόλληση, ένα μετωπικό σχήμα άλλων κομμάτων, δεν θα μπορούσε να λειτουργήσει, δεν θα είχε καμία αξιοπιστία και κανείς δεν θα ασχολιόταν μαζί του. Δεύτερον, το οποίο είναι και το πιο σοβαρό, είναι το εξής: τα παλιά κόμματα έχουν κλείσει τον κύκλο τους.
Αισθάνομαι συμπάθεια και πολιτική συγγένεια με τον κόσμο του ΠΑΣΟΚ, ειδικά αυτόν που έχει απομείνει τώρα που οι κρατιστές έφυγαν για να ενσωματωθούν στο ΣΥΡΙΖΑ ώστε να συνεχίσουν να εφαρμόζουν και να προωθούν τις καταστροφικές για τη χώρα πολιτικές τους. Πλην όμως, και το εναπομείναν ΠΑΣΟΚ δεν είναι σε θέση με τη λογική και την ιδεολογία που είναι ενσωματωμένη μέσα στις δομές του και στις λειτουργίες του, να δώσει απαντήσεις στα προβλήματα της Ελλάδας. Καταρχήν έχει το ίδιο βασικό πρόβλημα που έχει και η Νέα Δημοκρατία: δεν έχει εξηγήσει στον κόσμο ποια ήταν τα σφάλματα που έκανε σε όλη τη διάρκεια των κυβερνήσεών του, που οδήγησαν στη σημερινή κατάσταση. Έχετε ακούσει κάποιο από τα στελέχη του να μιλάει για αυτό; Αν όμως δεν το πεις αυτό, οι μεν πολίτες δεν θα σε πιστέψουν ποτέ η δε πολιτική σου δε θα μπορεί να έχει κατεύθυνση –ακριβώς αυτό που συμβαίνει σήμερα με το ΠΑΣΟΚ, το οποίο για τους λόγους αυτούς δεν πρόκειται να γίνει ποτέ ξανά πλειοψηφικό στην κοινωνία. Και, πέρα από αυτό, έχετε ποτέ ακούσει από τα στελέχη που είναι συνδεδεμένα με το ΠΑΣΟΚ να σας μιλούν για τις πραγματικές τομές που πρέπει να γίνουν στην Ελληνική κοινωνία;
Για αυτό το λόγο μπήκα στην πολιτική. Γιατί αυτά δεν τα άκουγα από κανέναν και γιατί πιστεύω ότι κάποιος πρέπει να τα πει και, το κυριότερο, κάποιος πρέπει να τα εφαρμόσει. Με το να μιλάμε, και μάλιστα με θεολογικούς όρους, για την παράταξη και για την ανάγκη επιβίωσής της δεν προσφέρουμε τίποτε στον ελληνικό λαό. Αντίθετα, εκείνο που έχει σημασία και που θα καθορίσει την πορεία τού όλου εγχειρήματος είναι να δώσουμε απαντήσεις στα υπαρκτά προβλήματα της χώρας. Εάν επικρατήσει η αντίληψη αναπαραγωγής του Πασοκικού παρελθόντος, ακόμη και με μια ελαφρά διαφοροποιημένη οργανωτική μορφή, το αποτέλεσμα δεν θα είναι τίποτε άλλο παρά η συνέχιση του εκφυλισμού και της παρακμής όλου του κεντρώου δημοκρατικού πολιτικού χώρου.
Δηλαδή, αν καταλαβαίνω καλά, δεν είσαστε σοσιαλδημοκράτης και δεν προσυπογράφετε τις απόψεις της κεντροαριστεράς για περισσότερο κοινωνικό κράτος και για ένα κεντρικό ρόλο του δημοσίου στην οικονομία;
Προσπαθώ πάντοτε να μεταφέρω τη συζήτηση από τους όρους, που πολλές φορές δεν έχουν κανένα περιεχόμενο, στην ουσία, στα πραγματικά επιχειρήματα και στα γεγονότα. Η αναφορά στην σοσιαλδημοκρατία είναι μια αφηρημένη αναφορά η οποία δίνει τη δυνατότητα πολλές φορές να υπεκφεύγει κάποιος από πραγματικές προτάσεις που οφείλει να υποβάλει και από δύσκολες επιλογές που πρέπει να γίνουν. Ναι, η σοσιαλδημοκρατία είναι μία λαμπρή στιγμή της παγκόσμιας ιστορίας και στις κοινωνίες της Βόρειας Ευρώπης, όπου εφαρμόστηκαν οι αρχές της, πραγματικά συνεισέφερε πρόοδο και ευημερία για τους λαούς που είχαν την τύχη να ζήσουν υπ’ αυτήν. Πλην, όμως, η σοσιαλδημοκρατία απαιτεί κάποιες προϋποθέσεις, κυριότερη από τις οποίες είναι η ύπαρξη ικανού οικονομικού πλεονάσματος που μπορεί να αφαιρεθεί από τον ιδιωτικό τομέα, και ειδικά από τη μεγάλη βιομηχανία, για να διοχετευθεί σε κοινωνικούς σκοπούς. Στην Ελλάδα, δυστυχώς, δεν έχουμε αυτήν την πολυτέλεια. Δεν μπορούμε να φορολογήσουμε άλλο πλέον ούτε την επιχειρηματικότητα, ούτε κανέναν. Ζούμε σε ένα καθεστώς υπερφορολόγησης και αυτό καταστρέφει θέσεις εργασίας. Η προτεραιότητά μας δεν μπορεί, λοιπόν, να είναι να βοηθήσουμε όλους τους να πετύχουν τη ζωή των ονείρων τους. Η προτεραιότητά μας σήμερα πρέπει να είναι να βοηθήσουμε τις ιδιαίτερα ευάλωτες κοινωνικά και οικονομικά ομάδες του πληθυσμού, που έχουν υποφέρει περισσότερο από την κρίση. Χρειαζόμαστε, δηλαδή, στοχευμένες πολιτικές σε αυτή την περίοδο που θα συνδυάζουν τα εξής δύο χαρακτηριστικά: πρώτον θα υποβοηθούν την ανάπτυξη και, δεύτερον, με τα προϊόντα και τους καρπούς τής ανάπτυξης αυτής θα καταστεί δυνατόν να βοηθήσουμε τους ευάλωτους οικονομικά Έλληνες.
Αυτά μας επιβάλλει η ελληνική πραγματικότητα που ζούμε σήμερα, για αυτά θα πρέπει να μιλήσουν οι υποψήφιοι, και απέναντι σε αυτά τα πράγματα θα πρέπει να τοποθετηθούν. Δεν μπορείς να επικαλείσαι τους σοσιαλιστικούς σου τίτλους για να μην πεις τίποτα για τα πραγματικά ερωτήματα τα οποία είναι αμείλικτα και θα εξακολουθήσουν να είναι αμείλικτα. Η Ελλάδα έχει ανάγκη από μία προσγειωμένη και πραγματιστική οικονομική πολιτική. Λυπάμαι που το λέω, δεν την έχω ακούσει από κανέναν από τους συνυποψήφιούς μου.
Θα ήθελα να ρωτήσω ποιο είναι το κεντρικό σας σύνθημα στην διεκδίκηση της προεδρίας του νέου πολιτικού φορέα.
Είναι ακριβώς το ίδιο που είχα και πριν αναμειχθώ στην πολιτική. Το σύνθημα αυτό λέει «παραγωγή ή θάνατος». Δεν είμαι φανατικός οπαδός του υλισμού και της υλικής παραγωγής. Στη ζωή υπάρχουν πολύ πιο σημαντικά πράγματα και πολύ πιο σημαντικές αξίες από την υλική ευμάρεια και τον υλικό πλούτο. Το πρόβλημα της Ελλάδας, όμως, σήμερα είναι το εξής: δεν μπορεί να εξυπηρετήσει καμία από τις ανώτερες αξίες γιατί βρίσκεται σε συνθήκες οικονομικής κατάρρευσης και η οικονομική κατάρρευση αυτή έχει προέλθει από ένα συγκεκριμένο γεγονός: ότι έχουμε πολύ μεγαλύτερη κατανάλωση από την παραγωγή μας, η οποία είναι ισχνότατη. Αυτό, άλλωστε, ήταν το χαρακτηριστικό της νεοελληνικής κοινωνίας από την εποχή της ιδρύσεως του νεοελληνικού κράτους. Είναι όμως και κάτι που πρέπει να πάψει.
Μόνο αν γίνουμε παραγωγικοί και ανταγωνιστικοί θα μπορέσουμε να σταθούμε στα πόδια μας ως έθνος, να ξαναπάρουμε τη μοίρα της χώρας μας στα ίδια μας τα χέρια, να μην βρισκόμαστε σε επιτροπεία και να μην είμαστε ουσιαστικά εξαρτημένοι από ξένους, δηλαδή εχθρούς και φίλους, συμμάχους και αντιπάλους. Αυτό είναι το βασικότερο σημείο και για αυτό έχω τοποθετηθεί επανειλημμένα. Έχω πει τις απόψεις μου και έχω παρουσιάσει μία ολόκληρη πολιτική και οικονομική πρόταση. Σε αυτό επάνω θα ήθελα να γίνεται ο διάλογος, πλην όμως όχι μόνο δεν υπάρχουν αντιρρήσεις, κριτικές ή αντίθετες απόψεις από τις δικές μου αλλά και γενικά δεν ακούω κανέναν να μιλάει για αυτά τα θέματα. Ούτε τους συνυποψήφιούς μου αλλά ούτε κάποιον από την αξιωματική αντιπολίτευση, δηλαδή από το κόμμα της Νέας Δημοκρατίας. Φυσικά ούτε συζητώ για το αν υπάρχει κάποια έστω και σοβαροφανής άποψη από την πλευρά του ΣΥΡΙΖΑ από την οποία ακούω μόνο τα διάφορα φληναφήματα περί ανάπτυξης χωρίς όμως να υπάρχει τίποτα το συγκεκριμένο.
Ξέρετε η ανάπτυξη δεν έρχεται με τα λόγια. Χρειάζεται οικονομική σκέψη, οικονομικός σχεδιασμός και οικονομικό πρόγραμμα. Και μάλιστα, το οικονομικό πρόγραμμα δεν αρκεί μόνο να μπορείς να το συλλάβεις στο μυαλό σου θεωρητικά, ή έστω επί χάρτου. Πρέπει και να έχεις και τη δυνατότητα και τη βούληση να το επιβάλεις στην πράξη, δηλαδή να το κάνεις οικονομική πολιτική και οικονομική πραγματικότητα. Έτσι μόνο θα βγει η χώρα μέσα από την αθλιότητα και την κατάθλιψη στην οποία έχει περιέλθει. Σε αυτό αναφέρονται οι προτάσεις μου και αυτές θα προσπαθήσω να συζητήσω στην περιοδεία που θα κάνω σε όλη την Ελλάδα στον μήνα που απομένει μέχρι τις εκλογές .
Ποιο νομίζετε ότι είναι το μεγαλύτερο πρόβλημα της χώρας σήμερα;
Πιστεύω ότι το μεγαλύτερο πρόβλημα της χώρας και αυτό που την οδήγησε ουσιαστικά στην κατάρρευση του 2010 είναι η διαφθορά εκ μέρους των κοινωνικών και οικονομικών ελίτ της χώρας, αλλά και η ανοχή εκ μέρους των πολιτών απέναντι στη διαφθορά. Πιστεύω ότι εκεί θα δοθεί ο μεγάλος αγώνας και από εκεί θα κριθεί εάν το εγχείρημα του νέου πολιτικού φορέα θα πετύχει ή όχι.
Στο σημείο αυτό θα ήθελα να τονίσω το εξής: το να έρχομαι εγώ ή κάποιος άλλος ως ο αδιάφθορος ηγέτης που θα καταστείλει και θα εξαφανίσει τη διαφθορά από τη χώρα είναι κάτι που δεν έχει νόημα. Εννοώ, δηλαδή, πως δεν μπορείς να ισχυρίζεσαι ότι η προσωπική σου τιμιότητα είναι η εγγύηση για την καταπολέμηση της διαφθοράς. Η καταπολέμηση της διαφθοράς και της διαπλοκής μπορεί να γίνει μόνο με μεταρρυθμίσεις τέτοιες που θα καταστήσουν τη διαφθορά μη λειτουργική, ασύμφορη και αδύνατη να λάβει χώρα στην ελληνική κοινωνία. Πρέπει να δημιουργήσεις τέτοιους θεσμούς οι οποίοι θα καταπνίγουν τη διαφθορά εν τη γενέσει της. Άρα πρόκειται για ζήτημα θεσμικό και λειτουργικό. Λυπάμαι πολύ που το λέω, αλλά δεν ακούω κανέναν από τους συνυποψήφιούς μου να αναφέρεται στο σημείο αυτό και στο τι μέτρα προτείνει. Αυτό δεν είναι καλό σημάδι. Διότι η αλήθεια είναι πως ένα μεγάλο μέρος της διαφθοράς –όπως σας είπα και πριν– οφείλεται στην ανοχή εκ μέρους των πολιτών. Οι Έλληνες πολίτες, σε ένα μεγάλο βαθμό, έχουν εγκλιματιστεί στην διαφθορά και μάλιστα λαμβάνουν και αυτοί, συνήθως, ένα μικρό αντίτιμο για αυτή τους τη στάση. Μόνο που το αντίτιμο που λαμβάνουν είναι ελάχιστο σε σχέση με αυτά που χάνουν στην συνέχεια, με αυτά που υφίστανται και με αυτά που τελικά πληρώνουν οι ίδιοι και τα παιδιά τους.
Μας χρειάζεται, λοιπόν, μία βαθιά θεσμική μεταρρύθμιση η οποία θα αλλάξει τους κανόνες του παιχνιδιού και θα βοηθήσει την Ελλάδα να βγει από την δυσμενή θέση στην οποία βρίσκεται. Γιατί, όπως ξέρετε, είμαστε με βάση αντικειμενικές μετρήσεις η πιο διεφθαρμένη χώρα της Ευρώπης και μία από τις πιο διεφθαρμένες σε όλο τον κόσμο. Είμαστε ως κοινωνία πιο διεφθαρμένη ακόμα και από πολλές χώρες του αναπτυσσόμενου κόσμου. Αυτό, λοιπόν, είναι κάτι που πρέπει να λάβει τέλος και προς τούτο απαιτείται μία συγκεκριμένη πολιτική με συγκεκριμένες θεσμικές μεταρρυθμίσεις. Αυτό είναι κάτι για το οποίο θα ήθελα να μπορώ να μιλήσω και να μιλήσουμε όλοι στη διάρκεια της προεκλογικής εκστρατείας για την προεδρία του φορέα.
Ορισμένοι συνυποψήφιοί σας έχουν ήδη σπεύσει να τοποθετηθούν στο ζήτημα του αν ο νέος φορέας θα κάνει συμμαχίες ή θα συγκυβερνήσει με τον ΣΥΡΙΖΑ ή με τη Νέα Δημοκρατία. Τι έχετε να πείτε για αυτό;
Θεωρώ θλιβερό ακόμα και να υπονοεί κανείς ότι θα υπάρξει δυνατότητα συνεργασίας και, ακόμη περισσότερο, συγκυβέρνησης του νέου φορέα με τον ΣΥΡΙΖΑ. Ο ΣΥΡΙΖΑ είναι ένα κόμμα το οποίο έφερε την Ελλάδα 10 χρόνια πίσω, όχι μόνο επιφέροντας μία οικονομική καταστροφή, όχι μόνο βαθαίνοντας το μίσος μεταξύ των Ελλήνων που δεν έπρεπε να υπάρχει, αλλά –το κυριότερο– πλαστογραφώντας και παραχαράσσοντας την πραγματικότητα. Πρέπει να γίνει πολύ μεγάλη προσπάθεια για να εξηγήσουμε στους Έλληνες τι πραγματικά έχει συμβεί και ποια είναι η αιτία της σημερινής κρίσης κατόπιν όλων των ψεμάτων που είπε ο ΣΥΡΙΖΑ.
Μεταξύ όλων των τύπων δημαγωγών και αδίστακτων πατριδοκάπηλων, από την άκρα δεξιά μέχρι την άκρα αριστερά, που εμπνεύστηκαν και πλαστογράφησαν την πραγματικότητα δημιουργώντας βαθιά σύγχυση και αποπροσανατολισμό στον ελληνικό λαό, ο ΣΥΡΙΖΑ έχει τον πρώτο λόγο για το μεγαλύτερο κακό από το 2010 και μετά. Όσο κακό έκανε η Νέα Δημοκρατία την περίοδο 2004-2009 που χρεοκόπησε τη χώρα, άλλο τόσο κακό έκανε και ο ΣΥΡΙΖΑ στη συνέχεια εμποδίζοντάς την να ξεφύγει από την κρίση. Δεν υπάρχει, λοιπόν, περίπτωση συνεργασίας ενός πραγματικά δημοκρατικού φορέα με το ΣΥΡΙΖΑ. Άλλωστε, πιστεύω πως ο ΣΥΡΙΖΑ μόλις φύγει από την εξουσία θα αρχίσει μια ακραία αντιπολίτευση και θα επαναλάβει αυτά που έκανε μέχρι το 2015.
Από την άλλη πλευρά, είναι η Νέα Δημοκρατία για την οποία δεν τρέφω καμία συμπάθεια και δεν έχω καμία εμπιστοσύνη και για την οποία πιστεύω ότι οφείλει να απολογηθεί στον ελληνικό λαό για την επέλευση της κρίσης. Με αυτή, λοιπόν, τη Νέα Δημοκρατία πιστεύω ότι θα είναι αναπόφευκτο να συζητήσει ο νέος φορέας για συνεργασία μαζί της, εάν κριθεί εθνικά αναγκαίο, αλλά αυτό θα πρέπει, όπως έχω ξαναπεί, να γίνει στη βάση μιας πολύ αυστηρά καθορισμένης συμφωνίας από την οποία δεν θα επιτρέπεται να παρεκκλίνουμε ούτε στο ελάχιστο.
Τι θα θέλατε να προσθέσετε τελειώνοντας;
Θα ήθελα να προσθέσω ότι ο νέος φορέας πρέπει να γίνει η εθνική συνείδηση του Ελληνισμού, τίποτε περισσότερο και τίποτε λιγότερο. Για να το πετύχει αυτό θα πρέπει με τόλμη να κοιτά την πραγματικότητα, να αποφασίζει και να δρα. Αυτό είναι πολύ σημαντικό γιατί το χαρακτηριστικό του ελληνικού πολιτικού κόσμου μέχρι σήμερα, με ελάχιστες εξαιρέσεις στο απώτερο παρελθόν, είναι ακριβώς το αντίθετο. Δηλαδή, είναι η ατολμία της αντίδρασης μπροστά στα προβλήματα. Αυτό που έχω να προτείνω είναι η τόλμη να νικάμε και η τόλμη να στηριζόμαστε στις δικές μας δυνάμεις γιατί, όπως έχω ξαναπεί, πραγματικά φιλολαϊκή και εθνική πολιτική είναι αυτή που δίνει στη χώρα τη δυνατότητα να στηρίζεται στις δικές της δυνάμεις και να μη χρειάζεται τη βοήθεια κανενός «φίλου» ή «συμμάχου» από το εξωτερικό. Για να το πετύχουμε αυτό, όμως, πρέπει να έχουμε ένα όραμα και να καταφέρουμε να εμπνευστεί ο ελληνικός λαός από το όραμα μιας αυτόνομης, αυτοδύναμης και θαλερής ελληνικής κοινωνίας με αυτοπεποίθηση και συλλογική πνευματική και ηθική υγεία. Αυτά μπορούν να προκύψουν μόνο μέσα από μία πολιτική πράξη που στηρίζεται στην αλήθεια και στην ειλικρίνεια του πολιτικού λόγου.