Τι πιστεύετε για τα περί των ηλεκτρονικών ψηφοφοριών μεταξύ των φοιτητών στα πανεπιστήμια για θέματα όπως οι καταλήψεις; Κάποιοι σχολιάζουν ότι κάτι τέτοιο οδηγεί στη απαξίωση των φοιτητικών συλλόγων.
Το πώς λειτουργούν και αποφασίζουν συνδικαλιστικοί σύλλογοι (μελών ΔΕΠ, εργαζομένων, φοιτητών) που δραστηριοποιούνται στο πανεπιστήμιο, δεν εμπίπτει στις αρμοδιότητες της διοίκησής του. Προσθέτω, όμως, ότι η οποιαδήποτε συνδικαλιστική δραστηριότητα δεν θα πρέπει να παρεμποδίζει την ακαδημαϊκή λειτουργία και την ελεύθερη διακίνηση των ιδεών.
Σε αντίθεση με την απεργία, όπου αυτοβούλως κάποιος δεν προσέρχεται στην εργασία του και υπόκειται στο κόστος απώλειας αντίστοιχου μέρους του μισθού του, η κατάληψη συνιστά μια πράξη ακραία, μια πράξη βίας, μια πράξη παραβατική και, το κυριότερο, μια πράξη ασύμβατη με την φυσιογνωμία ενός πανεπιστημιακού ιδρύματος. Καμία πλειοψηφία, με όποιον τρόπο και αν αυτή έχει ληφθεί, δεν αλλάζει τον χαρακτήρα αυτής της πράξης.
Το πανεπιστήμιο οφείλει να είναι ανοιχτό στα μέλη της οργανωμένης ακαδημαϊκής του κοινότητας. Κλείσιμό του νοείται μόνο για σοβαρούς λόγους που αφορούν στην προστασία των εγκαταστάσεων και του εξοπλισμού του, ή/και στην προστασία των μελών της κοινότητάς του. Και για τα δύο αυτά θέματα επιφορτισμένες από τον νόμο είναι οι διοικήσεις του, οι οποίες ελέγχονται σχετικά. Κανείς άλλος.
Από τη άλλη πλευρά, πώς πρέπει να αντιμετωπίζουν πλέον οι πρυτανικές αρχές πρακτικές, όπως οι εισβολές φοιτητών σε Συγκλήτους;
Συνέχεια προηγουμένου. Τέτοιες πρακτικές, όχι μόνο είναι παραβατικές, αλλά κυριότερα, είναι αντιδημοκρατικές. Αποτελούν εκδηλώσεις αυταρχικής, βίαιης συμπεριφοράς που δεν έχουν θέση σε ένα ακαδημαϊκό περιβάλλον. Οι φορείς τέτοιων πράξεων υπολείπονται σε δημοκρατική παιδεία.
Από την άλλη, η παρουσία και η συνεισφορά στη Σύγκλητο δημοκρατικά εκλεγμένων εκπροσώπων των φοιτητών, που καθοδηγούνται από την φιλοδοξία βελτίωσης του πανεπιστημίου και των παρεχόμενων από αυτό υπηρεσιών, είναι ιδιαίτερα χρήσιμη. Όπως χρήσιμη θα ήταν και η ύπαρξη δευτεροβάθμιας συνδικαλιστικής τους εκπροσώπησης. Αυτή είναι η πρακτική σε όλη την Ευρώπη. Είναι δυστύχημα που η εκπροσώπηση των φοιτητών σε εθνικό επίπεδο είναι εδώ και χρόνια θεσμικά νεκρή, απούσα από ευρωπαϊκούς φοιτητικούς θεσμούς και τις διεργασίες που εκεί συντελούνται.
Ποιά είναι η θέση της αστυνομίας στο πανεπιστήμιο; Χρειάζεται η θέσπιση ειδικών πανεπιστημιακών ομάδων φύλαξης;
Η αστυνομία δεν έχει καμιά θέση στο πανεπιστήμιο, εκτός βέβαια αν διαπραχθούν ποινικά κολάσιμες πράξεις, αρμοδιότητας των εισαγγελικών και αστυνομικών αρχών. Το πανεπιστήμιο, ναι μεν είναι ένα ευαίσθητο οικοσύστημα, όμως δεν βρίσκεται εκτός ελληνικής επικράτειας.
Αναφορικά, τώρα, με την φύλαξη, δεν είναι μόνο ότι οι κτηριακές υποδομές των πανεπιστημίων αποτελούν δημόσια περιουσία που οφείλουμε να προστατεύουμε από κάθε απαξίωση ή καταστροφή. Πέραν αυτού, τα μέλη τής οργανωμένης πανεπιστημιακής κοινότητας –καθηγητές, φοιτητές, εργαζόμενοι– δικαιούνται να εργάζονται και να σπουδάζουν σε ένα περιβάλλον εναρμονισμένο με τους σκοπούς και τον χαρακτήρα ενός πανεπιστημιακού ιδρύματος: ασφαλές, καθαρό, υψηλής αισθητικής, που διαφυλάσσει την ελεύθερη διακίνηση των ιδεών και την ακαδημαϊκή ελευθερία.
Στο πλαίσιο αυτό εντάσσονται οι δράσεις φύλαξης. Επομένως, θα πρέπει με τη σειρά τους και αυτές να προσάδουν στο ακαδημαϊκό περιβάλλον. Να το πω αλλιώς. «Φουσκωτοί» και αλεξίσφαιρα γιλέκα δεν χρειάζονται στα πανεπιστήμια. Χρειάζονται, απλά, άνθρωποι κατάλληλα εκπαιδευμένοι στην αποτροπή παραβατικών συμπεριφορών και πράξεων και στην προστασία της δημόσιας περιουσίας, οι οποίοι θα λειτουργούν σύμφωνα με τις εντολές των διοικήσεων των Ιδρυμάτων.
Όσοι νοιάζονται για το ελληνικό δημόσιο πανεπιστήμιο και πιστεύουν στον ρόλο και την αποστολή του, συμφωνούν ότι θα πρέπει να λειτουργεί σε κάθε πανεπιστήμιο, εντός ενός νομοθετημένου πλαισίου, υπηρεσία φύλαξης που θα μεριμνά για την ασφάλεια των κτηριακών υποδομών και για την προστασία των μελών της κοινότητας. Τόσο η Πολιτεία όσο και οι διοικήσεις των Δημόσιων Πανεπιστημίων οφείλουν να συνεργαστούν προς αυτήν την κατεύθυνση.
Έχετε ως Σύνοδος Πρυτάνεων σχηματίσει μια ενιαία στάση για αντίστοιχα ζητήματα;
Η Σύνοδος Πρυτάνεων επανειλημμένα έχει ζητήσει από την Πολιτεία να συμβάλλει στη διαμόρφωση ενός σύγχρονου πλαισίου φύλαξης και ασφάλειας, ενταγμένο στους Οργανισμούς των Πανεπιστημίων, και να διαθέσει τους απαραίτητους πόρους, καθώς οι τρέχουσες επιχορηγήσεις των τακτικών προϋπολογισμών των πανεπιστημίων δεν επαρκούν προς αυτόν τον σκοπό. Η πιο πρόσφατη περίπτωση είναι αυτή του ομόφωνου ψηφίσματος που εξέδωσε τον περασμένο Απρίλη. Δυστυχώς, η αρμόδια Πολιτεία συμπεριφέρεται –στην πράξη, όχι στα λόγια– σαν να μην βλέπει το πρόβλημα. Όμως, κάθε στάση απουσίας ή αδιαφορίας δεν υπηρετεί το δημόσιο συμφέρον και το μέλλον του Δημόσιου Πανεπιστημίου.
Είναι γνωστό ότι η οι τακτικοί προϋπολογισμοί των πανεπιστημίων έχουν μειωθεί δραστικά. Σε αυτό το πλαίσιο πώς θα αναζητήσουν χρήματα εκτός κρατικού προϋπολογισμού για να στηρίξουν την λειτουργία τους;
Οι μειώσεις στο επίπεδο των κρατικών επιχορηγήσεων στα πανεπιστήμια είναι πράγματι δραματικές, περί το 50% συγκρινόμενες με αυτές του 2009. Ένα θηριώδες ποσοστό, διπλάσιο από την μείωση του ΑΕΠ κατά την ίδια περίοδο. Υπό τις συνθήκες αυτές, η λειτουργία των πανεπιστημίων καθίσταται εξαιρετικά προβληματική, έως αδύνατη.
Όμως, η χρηματοδότηση των πανεπιστημίων και της παιδείας συνολικότερα, καθώς και της έρευνας και καινοτομίας, θα πρέπει να αντιμετωπίζεται ως επένδυση, αναγκαία για την στροφή της χώρας σε ένα καλύτερο αύριο, όχι ως δαπάνη. Η αναγκαιότητα για την παροχή υψηλής ποιότητας δημόσιας, δωρεάν εκπαίδευσης συναρτάται, επιπλέον, στενά με την ανάπτυξη και την εμβάθυνση της δημοκρατίας και την προώθηση της ισότητας, όχι κατά τον τύπο αλλά κατά την ουσία, ως ισότητας ευκαιριών.
Η εξασφάλιση χρηματοδότησης εκτός κρατικών επιχορηγήσεων είναι κρίσιμης σημασίας, σήμερα και αύριο. Στο ΟΠΑ εξασφαλίζεται από τα ευρωπαϊκά ερευνητικά προγράμματα στα οποία συμμετέχει το υψηλής ποιότητας διδακτικό και ερευνητικό προσωπικό του. Ασφαλώς, ο ιδιωτικός τομέας μπορεί επίσης να συμβάλλει με ποικίλους τρόπους, όπως χρηματοδότηση εδρών –είναι κρίμα ελληνικά ιδρύματα και επιχειρήσεις του δημόσιου και ιδιωτικού τομέα να χρηματοδοτούν έδρες στο εξωτερικό και όχι στην Ελλάδα– , παροχή υποτροφιών, εκσυγχρονισμό εξοπλισμού κλπ. Τέτοιου τύπου χρηματοδότηση υπάρχει σήμερα, αλλά σε πολύ μικρό, ασήμαντο βαθμό. Μπορεί και πρέπει να αναπτυχθεί πολύ περισσότερο, μέσα από δημιουργικές, αμοιβαία επωφελείς σχέσεις που τα πανεπιστήμια, ως φορείς παιδείας, μα και έρευνας και εκπαίδευσης, θα πρέπει να αναπτύξουν με ιδρύματα και επιχειρήσεις του δημόσιου και ιδιωτικού τομέα. Αυτή, όμως, η πηγή χρηματοδότησης θα πρέπει να είναι συμπληρωματική και όχι υποκατάστατη της κρατικής χρηματοδότησης.